

Μαρια Σεχοπουλου
270
Ιταλία. Ήδη από τη στιγμή που πρωτοπαίζονται οι
Βρυκόλακες
, ο Ξενόπου-
λος υπογραμμίζει τον καθοριστικό ρόλο που έχει διαδραματίσει η Γαλλία στην
πνευματική ζωή της Ελλάδας. «Φιλολογικώς αποτελούμεν μίαν επαρχία της
Γαλλίας. Δύσκολα ειμπορούμεν να γνωρίσωμεν πράγμα ξένον, το οποίον δεν
εγνώρισαν πρώτα εις το Παρίσι».
3
Ο όρος ‘βορειομανία’ συμπυκνώνει την αντίδραση απέναντι στα νεωτερι-
στικά έργα, τη νέα ‘μόδα’, που απομακρύνεται από τα ιδεώδη του κλασικισμού
και εκφράζει την κοινωνική διαμαρτυρία. Στις αντιδράσεις για το ιδεολογικό
περιεχόμενο προστίθεται και η γεωγραφική απόσταση· οι κλιματολογικές δια-
φορές μεταξύ του γεωγραφικού αντίποδα Βορράς – Νότος παρουσιάζονται εξ
αρχής, ήδη από την πρεμιέρα των
Βρυκολάκων
,
4
και επανέρχονται κάθε φορά
που παρίστανται έργα βορείων συγγραφέων. Τα έργα τους θεωρούνται ξένα
προς τη μεσογειακή νοοτροπία, σκοτεινά και δυσνόητα, νέφη που διαλύονται
κάτω από τον ζεστό αττικό ήλιο. Τα «σκοτεινά και ομιχλώδη έργα του Βορρά»
είναι η αντίληψη που κυριαρχεί και ο κοινός αυτός τόπος συνοδεύει τη δρα-
ματουργική παραγωγή του Ibsen,
5
του Strindberg αργότερα, καθώς και των
υπολοίπων Βορειοευρωπαίων δημιουργών.
Η αντίληψη αυτή πηγάζει και πάλι από την κυριαρχούσα γαλλική επιρροή
3. Γρηγόριος
Ξ
ενοπουλος
, «Οι
Βρυκόλακες
, διάλεξις γενομένη εν τω θεάτρω των
Κωμωδιών
την εσπέρα της 29ης Οκτωβρίου, υπό του κ. Γρηγορίου Ξενόπουλου»,
Εστία
, 30.10.1894.
4. Στην
Εστία
της 29ης Οκτωβρίου 1894 δημοσιεύεται εκτενές άρθρο με τίτλο
« Ίψεν» και υπογραφή Γρ., προφανώς του Ξενόπουλου. Σε αυτό ο αρθρογράφος ανα-
ρωτιέται εάν το κοινό των Αθηνών είναι σε θέση να παρακολουθήσει ανάλογα έργα και
δεν έχει διαφθαρεί από τα συνήθη θεάματα, στα οποία κυριαρχεί η «άκοπος απόλαυσις».
Σπεύδει να διαβεβαιώσει ότι «Οι “Βρυκόλακες” σκοτεινοί δεν είνε. Όχι· μη το πιστεύσετε,
είνε μία πρόληψις αυτό.
[…] Μόνον ότι χρειάζεται ολίγη προσοχή διά να το παρακολου-
θήση κανείς, εις τρόπον ώστε να εννοήση τα συμβαίνοντα». Στο ίδιο φύλλο σχολιάζεται
ο καιρός ως αρμόζων σε τέτοιο έργο: «Και ο καιρός ευνοεί σήμερον την παράστασιν των
“Βρυκολάκων”. Όχι με ήλιον και με κυανούν ουρανόν, αλλ’ όπως αρμόζει εις εν έργον
του Ίψεν, εν έργον του βορρά ομιχλώδες, και με τοιούτον μάλιστα τίτλον. […] Ο ουρανός
είναι φαιός, σκοτεινός, και ο άνεμος ανεγείρει εις νέφη την σκόνιν, την οποία δεν έρριψε
ακόμα η αραιώς πίπτουσα βροχή. Νομίζεις, ότι το τοπίον των Αθηνών, αμιλλάται σήμερον
να προσεγγίση το τοπίον του νορβηγικού εκείνου κόλπου, όπου η σκηνή του δράματος».
5. «Το μοτίβο ήτανε: “Στη χώρα της χαράς, της διαφανούς ατμόσφαιρας και της
χρυσής αιθρίας ουδεμίαν έχουν θέσιν τα σκοτεινά και καταθλιπτικά δημιουργήματα
του Βορρά”. Είχαν ένα περίεργο “και αόριστο” φόβο από τα έργα του Ίψεν. Σαν να
πίστευαν, πως ήτανε φορείς κάποιου μικροβίου, κάποιας αρρώστειας μεταδοτικής,
πολύ επικίνδυνης για την Ελλάδα […]». Βλ. Σπύρος
Μ
ελας
,
Πενήντα χρόνια θέατρο
,
Γ. Φέξης, Αθήναι 1960, σ. 79.