Previous Page  160 / 482 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 160 / 482 Next Page
Page Background

«Η Λίμνη» του Λαμαρτίνου

159

Βασιλειάδης:

Οὕτω καὶ τότ’ ἐγόγγυζες ὑπὸ βαθεῖς σου βράχους

Καὶ εἰς πλευρὰς ἐθραύετο τό κῦμά σου ἀγρίας,

Οὕτω καὶ τότ’ ὁ ἄνεμος ἀφροὺς πολυταράχους

Ἔῤῥιπτεν εἰς τοὺς πόδας της ὡς λίβανον λατρείας.

Βαλαωρίτης:

Καθὼς καὶ τώρα ἐμούγγριζες καὶ τότε ἀγριεμένη

Κ’ ἐξέσχιζες τὰ στήθη σου ς’ τοῦ βράχου τὰ πλευρά,

Ἀνήσυχη ἐπαράδερνες ς’ τὴν ἄκρη θυμωμένη

Κ’ ἐράντιζες τὰ πόδια της μὲ τὸν ἀφρὸ συχνά.

Παρατηρούμε ότι στους δύο πρώτους στίχους του πρωτοτύπου υποκείμενο

είναι η λίμνη: Εκείνη μούγκριζε κάτω από τους βαθείς βράχους και εκείνη έσπα-

γε στα σχισμένα τους πλευρά. Στη μετάφραση του Βλάχου τα «λάβρα κύμα-

τα» «τοὺς βράχους ἔδαιρον», ενώ και πάλι τα κύματα εμφανίζονται «θραυό-

μενα». Σύμφωνα με τον Καρασούτσα τα νερά της λίμνης «ἐκυμάτουν», ενώ

στον δεύτερο στίχο η λίμνη «ἔθραυε» το κύμα της στους βράχους. Μπορεί το

υποκείμενο να είναι η λίμνη αλλά, καθώς το ρήμα είναι μεταβατικό, το κύμα

είναι εκείνο που καταλήγει να σπάει πάνω στους βράχους. Κατά τον Βασιλειά-

δη, η λίμνη «ἐγόγγυζε» αλλά το κύμα «ἐθραύετο». Κατά τον Βαλαωρίτη όμως

η λίμνη «ἐμούγκριζε» και εκείνη πάλι εξέσχιζε τα στήθη της. Το ενδιαφέρον

στο σημείο αυτό είναι ότι στο πρωτότυπο η λίμνη που «μούγκριζε» και που η

ίδια «έσπαγε» δημιουργεί την εικόνα ενός κινούμενου όντος. Το «κύμα που

σπάει» είναι μια τετριμμένη μεταφορά, χάρη στην οποία αναπαριστούμε νοη-

τικά ένα μικρό και σαφώς διακριτό τμήμα ενός υδάτινου όγκου να διαλύεται

πάνω στα βράχια. Το ίδιο ισχύει και για το νερό ή τη θάλασσα, που μπορούν

να νοηθούν ως διακριτή ποσότητα που διαλύεται πάνω σε μια άγρια επιφάνεια

όπως ο βράχος. Η λίμνη όμως γίνεται αντιληπτή στο σύνολό της ως μια συγκε-

κριμένη έκταση νερού στη στεριά. Έτσι, με το να σπάζει η ίδια η λίμνη στα

βράχια ή να μουγκρίζει, δημιουργείται η αίσθηση ενός τεράστιου κινούμενου

όντος πολύ πιο τρομακτικού από το κύμα που σπάζει. Στους στίχους αυτούς

ο Βαλαωρίτης είναι, λοιπόν, εκείνος που διατηρεί για τη λίμνη την εικόνα του

δρώντος υποκειμένου και με το αμετάβατο ρήμα «ἐμούγκριζες» και με την

έκφραση «ἐξέσχιζες τὰ στήθη σου» που δηλώνει αυτοπάθεια. Μια άλλη παρα-

τήρηση σχετικά με τους δύο αυτούς στίχους είναι ότι ο Καρασούτσας δημι-

ουργεί ένα σκηνικό λιγότερο βίαιο από τους υπόλοιπους μεταφραστές, όπου

τα νερά είναι «γλαυκά» και το κύμα «φλοισβῶδες». Αξίζει όμως να σημειωθεί

ότι το στοιχείο αυτό στον Καρασούτσα εμφανίζεται μόνο στους συγκεκριμέ-