Γιωργοσ Βαρσοσ
148
αλλάζουν το ζητούμενο επιβάλλοντας μονοφωνία τυποποιημένης δημοτικής.
Απεναντίας, συνεχίζουν τον Πολυλά μεταφέροντας στο πεδίο της δημοτικής
εντάσεις ανάλογες εκείνων της πολυλαϊκής πολυτυπίας. Η γλώσσα του Πάλλη
ξένισε στην εποχή της και συνέχισε να ξενίζει με μιαν αποκοτιά που συχνά
ξεπερνά τα δημώδη πρότυπα που επικαλείται και κλονίζει κάθε αίσθηση γλωσ-
σικής οικειότητας και τυποποιημένου δεκαπεντασύλλαβου. Αρκεί να θυμίσει
κανείς το «κρασύ πέλαγο» για τον ομηρικό «οίνοπα πόντον». Στο εξεταζόμε-
νο χωρίο το επικό ύψος υποδεικνύεται μέσα από τη δυνατότητα της δημοτικής
να δώσει τρόπους των οποίων η επιτηδευμένη ακρότητα αντιστρέφει, σχεδόν
ειρωνικά, τη συμβατική δημοτική αφέλεια:
Μούσα, τραγούδα το θυμό του ξακουστού Αχιλλέα,
τον έρμο! π’ όλους πότισε τους Αχαιούς φαρμάκια,
και πλήθος έστειλε ψυχές λεβέντικες στον Άδη
καπεταναίων, κι’ έθρεψε με τα κορμιά τους σκύλους
κι’ όλα τα όρνια (κι βουλή γινότανε του Δία),
απ’ την αρχή σαν πιάστηκε με το γοργό Αχιλλέα
τ’ Ατρέα ο γιος ο βασιλιάς και χώρισαν οι διο τους.
74
Οδηγώντας την τάση αυτή στα άκρα, ο δεκαεπτασύλλαβος των Καζαντζά-
κη – Κακριδή κινείται ανάμεσα στην έμμετρη ροή και την πεζή αφήγηση με
τρόπους που απομακρύνονται επίμονα και από το δημοτικό τραγούδι και από
την τρέχουσα επικοινωνία:
Τη μάνητα, θεά, τραγούδα μας του ξακουστού Αχιλλέα,
ανάθεμά τη, πίκρες που ’δωκε στους Αχαιούς περίσσιες
και πλήθος αντρειωμένες έστειλε ψυχές στον Άδη κάτω
παλικαριών, στους σκύλους ρίχνοντας να φάνε τα κορμιά τους
και στα όρνια ολούθε –έτσι το θέλησε να γίνει τότε ο Δίας–
απ᾿ τη στιγμή που πρωτοπιάστηκαν και χώρισαν οι δυο τους,
του Ατρέα ο γιος ο στρατοκράτορας κι ο μέγας Αχιλλέας.
75
Ας προσέξουμε τον χειρισμό της βασικής ομηρικής έννοιας του «ήρωα»
.
Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι μεταφράσεις, μαζί με εκείνη του Πολυλά,
κρατούν τη λέξη. Ο δημοτικισμός του 20ού αιώνα αποτολμά τη συναρμογή
των ομηρικών ηρώων με τους «καπεταναίους» ή τους «οπλαρχηγούς»
που
74. Το απόσπασμα που χρησιμοποιώ εδώ είναι από την πρώτη έκδοση σε ενιαίο
τόμο:
Η Ιλιάδα
, Chaponet, Παρίσι 1904, σ. 7.
75.
Ομήρου Ιλιάδα
, Αθήνα 1966, σ. 17.