Παναγιωτησ Αντωνοπουλοσ
78
σης και ερμηνείας της Σαπφώς δεν είναι η καταδίκη της ερωτικής της επιλογής,
αλλά η πολύ πιο διαδεδομένη προσπάθεια συσκότισης αυτής της επιλογής και
η αντικατάστασή της από τις αρχές της καθιερωμένης ηθικής. Με απλούστερα
λόγια, ο συντηρητικότερος στοχαστής του νεότερου κόσμου που αναμετριέται
με τα πολιτιστικά αγαθά της αρχαιότητας αναλαμβάνει την υποχρέωση να
προστατεύσει την αναντικατάστατη κληρονομιά του ευρωπαϊκού πολιτισμού,
ώστε να μην την εκθέσει στον παράγοντα της ανυποληψίας και της λήθης,
όπως τολμά να διακινδυνεύσει ο αναστοχαστικότερος αμφισβητίας της. Υπό
αυτό το πρίσμα, η υπονομευτική στάση του Βούλγαρη και του Γαζή, κυρίως
του τελευταίου, αποτελεί έκτυπο αποτέλεσμα της γενικότερης ανθρωπιστικής
παιδείας τους: στον πυρήνα του επικριτικού, πολλές φορές επιθετικού ύφους
τους εναντίον συγκεκριμένων αρχαίων συγγραφέων έχει εμφιλοχωρήσει το κρι-
τικό πνεύμα των διαφωτιστών, οι οποίοι, κρατώντας την απαιτούμενη απόστα-
ση από τα κείμενα που σχολιάζουν, προσπαθούν να εκτιμήσουν όχι μόνο τη
διδακτική τόλμη και το ηθικό τους ανάστημα, αλλά και το μερίδιο αλήθειας
που αυτά κομίζουν σε κάθε οξυδερκή αναγνώστη. Αυτή η άποψη δεν αποκλείει
τα έργα της κλασικής αρχαιότητας.
Στις παρατηρήσεις του [d’Alembert] για τη μεταφραστική τέχνη, οι οποίες
λέγεται ότι γράφτηκαν στα 1758, συσταίνει σε όποιον θέλει να αντλήσει από
τους αρχαίους συγγραφείς ό,τι χρήσιμο έχουν, να αποκτήσει δύο ιδιότητες «των
οποίων ο συνδυασμός είναι αρκετά σπάνιος: να είναι βαθιά δοσμένος στη μελέ-
τη των αρχαίων και συγχρόνως να είναι απαλλαγμένος από κάθε ευνοϊκή προ-
κατάληψη.
8
Ακόμα περισσότερο, συγκεκριμένα παραδείγματα Ευρωπαίων διαφωτιστών,
προσφιλών ή σίγουρα γνωστών στους δύο Έλληνες συγγραφείς, μπορεί να
αποτελούν υπόδειγμα για τη γέννηση του δικού τους σκεπτικισμού απένα-
ντι σε ένα κομμάτι της αρχαίας γραμματείας. Όπως επιβεβαιώνει ο Ernst
Cassirer, ο Βολταίρος, ο οποίος υπήρξε ο αγαπημένος διαφωτιστής του Βούλ-
γαρη με βαθιά επίδραση στη σκέψη του, στο έργο του
Ο αιώνας του Λουδο-
βίκου ΙΔ΄
«αναφέρεται στην υπεροχή της κλασικής εποχής του Λόγου σε ό,τι
αφορά την κατανόηση και την αληθινή γνώση έναντι όχι μόνο του Μεσαίωνα,
αλλά και της τόσο πολυύμνητης αρχαιότητας». Ο Γάλλος συγγραφέας του
18ου αιώνα κρατά κριτική στάση απέναντι στο ίδιο το φαινόμενο της ιστορίας,
αφού δεν βλέπει την τελευταία «ως σκοπό αλλά ως μέσο, ως ένα εργαλείο
αυτοδιαπαιδαγώγησης και αυτοεκμάθησης του ανθρώπινου πνεύματος». Με
8.
Δ
ημαράς
,
Ελληνικός Διαφωτισμός
, Ερμής, Αθήνα
9
2007, (
1
1977), σ. 125.