απαρχεσ τησ εντυπησ και σκηνικησ προσληψησ του ρωσικου θεατρου στην ελλαδα
457
ρωσικά χωριά και ως δράμα βασισμένο στο αστυνομικό δελτίο που δραματο-
ποιεί μια αλυσίδα εγκλημάτων σε ένα σπιτικό χωρικών και παρότι είχε προη-
γουμένως (1888) παρασταθεί στο παρισινό «Ελεύθερο Θέατρο» του Αντρέ
Αντουάν, το κείμενο θα παραμείνει απαγορευμένο στη Ρωσία μέχρι το 1895.
Κατά σύμπτωση το συγκεκριμένο έτος θα παρασταθεί και στην ελληνική σκη-
νή. Το πρώτο ανέβασμα του έργου χαιρετίζει με ενθουσιασμό ο Επισκοπόπου-
λος στο περιοδικό
Παρνασσός
, ενώ η μετάφραση του έργου δημοσιεύεται σε
συνέχειες στο ίδιο περιοδικό και εκδίδεται αμέσως σε ανάτυπο. Επιπλέον, ο
τίτλος του δράματος αποκτά τέτοια παροιμιώδη δυναμική, ώστε αξιοποιείται
και στην πολιτική σκηνή: η διοίκηση του Σπυρίδωνος Τρικούπη χαρακτηρίζεται
«κράτος του ζόφου». Το έργο θα ξαναπαιχθεί το 1902 από τη «Νέα Σκηνή»
του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου στην ίδια μετάφραση του Κωνσταντινίδη.
Διαβάζουμε στην εφημ.
Ακρόπολις
(7.1.1895): «Η μετάφρασίς του δύναται να
θεωρηθή ως μία των τριών ή τεσσάρων τελείων. Η γλώσσα του, αναλόγως προς
τους χαρακτήρας και την τάξιν των προσώπων, εύληπτος, αληθινή, ζωντανή».
Η ένταξη από τον αισθητιστή νεορομαντικό Χρηστομάνο του συγκεκριμένου
έργου στο δραματολόγιο της «Νέας Σκηνής» φαίνεται να αποτελεί περισσότε-
ρο μια κίνηση συντονισμού με το δραματολόγιο των ευρωπαϊκών «Ελευθέρων
Θεάτρων» και λιγότερο να απηχεί το ενδιαφέρον για το κοινωνικό και πολιτικό
φορτίο και το μήνυμα του δράματος.
Η συστηματική αρθρογραφία αναφορικά με την παράσταση αποτυπώνει
το μέγεθος και την επιμέλεια του εγχειρήματος της «Νέας Σκηνής» και τις
συνεπαγόμενες δυσκολίες του. Τα στάδια της επιμελούς προετοιμασίας γνω-
στοποιούνται στις στήλες του ημερήσιου Τύπου: ένας μήνας προετοιμασίας,
γενική αναστολή παραστάσεων του θιάσου για δεκαπέντε μέρες, πρόσκληση
του σκηνοθέτη προς τον μεταφραστή να παρακολουθεί συστηματικά τις πρό-
βες. «Το υπερώον μένει κλειστόν» ως μη κατάλληλο για την παρακολούθηση
μιας ατμοσφαιρικής πρόζας, ενώ τα φωτογραφικής ακρίβειας σκηνικά φιλοτε-
χνούνται από τον Σπύρο Παπαδάτο «απάνω σε ξένες μακέτες» που δίνει ο
Χρηστομάνος. «Δύο Ρώσσοι διδάσκουν τώρα εις τους μύστας δύο ρωσσικούς
χορούς, το “Καζάτσο” και την “Κουλάρστκα”. Κατά την παράστασιν δε ο
εις εξ αυτών θα χορεύση μετά των ηθοποιών του, ενώ ο άλλος ως χωρικός
ενδεδυμένος θα παίζη την φυσαρμόνικαν» (εφημ.
Εστία
). Η αναζήτηση του
αυθεντικού στον σκηνικό διάκοσμο και η επιμονή στη λεπτομέρεια ανεβάζουν
το κόστος της παραγωγής: «η ρωσική καλύβη κοστίζει» και η βαριά οσμή
της κοπριάς «είχε καταπλημμυρίσει το θέατρον κατά τας δύο πρώτας πρά-
ξεις». Η παράσταση του έργου που δίνεται «εν μεγίστη συρροή κόσμου» θα
ολοκληρωθεί δύο ώρες μετά τα μεσάνυχτα, ενώ οι ηθοποιοί «επανειλημμένως