Αικατερινη Μητραλεξη
326
Κλασικισμός, Ρομαντισμός) προσλαμβάνονται ως ‘γερμανικός ρομαντισμός’
7
ή ‘κλασικορομαντισμός’. Ο όρος ‘κλασικορομαντικός’, που αποδίδεται στον
Κ. Θ. Δημαρά,
8
χρησιμοποιείται στην ελληνική ιστοριογραφία της ελληνικής
λογοτεχνίας για να χαρακτηρίσει κυρίως τους εκπροσώπους της Αθηναϊκής
Σχολής, τον συνδυασμό αρχαιοπρεπούς μορφής και ρομαντικού – σύγχρονου
περιεχομένου γενικά, αλλά και το έργο των Goethe και Schiller.
Η απόδοση του χαρακτηρισμού ‘κλασικορομαντικό’ στο έργο των Goethe
και Schiller δεν είναι πάντως ατυχής, αφού η αναφορά των κλασικών Γερμα-
νών ποιητών στην αρχαιότητα και η εκπεφρασμένη πρόθεση να μαθητεύσουν
στα κλασικά μορφικά πρότυπα εμπεριέχουν τη συνείδηση της απόστασης, της
απώλειας και της νοσταλγίας για τη χαμένη ολότητα και αρμονία, στοιχείο
7. Στη μονογραφία του με τίτλο
Germanograecia
,
που αποτελεί ορόσημο για τη
διερεύνηση των σχέσεων μεταξύ της γερμανικής και της ελληνικής γραμματείας, ο
Γιώργος Βελουδής αναφέρεται στα ποικίλα διαβάσματα του Διονυσίου Σολωμού από
τον χώρο της γερμανικής φιλοσοφίας, αισθητικής και λογοτεχνίας και διαπιστώνει
ότι η γερμανική λογοτεχνία εκπροσωπείται κατά κύριο λόγο από τους Klopstock,
Goethe, Schiller και Novalis. Γράφει σχετικά: «Δεν θα είχε ωστόσο νόημα να ισχυ-
ρισθεί κανείς ότι o Σολωμός είχε μια ιδιαίτερη προτίμηση για τον γερμανικό Κλασι-
κισμό. Και στην περίπτωση του Σολωμού όλα εξαρτώνται τελικά από το
είδος
της
πρόσληψης, και αυτή δεν θα μπορούσε παρά να είναι, κατ’ αντιστοιχία με την εποχή
και την περιοχή, “ρομαντική” – τουλάχιστον μετά το 1830.». Βλ. Georg
V
eloudis
,
Germanograecia. Deutsche Einflüsse auf die neugriechische Literatur (1750-
1944)
, 2 τόμοι, Bochumer Studien zur neugriechischen und byzantinischen
Philologie 4, Hakkert, Amsterdam 1983, σ. 146 (μτφρ. Κ. Μ.). Βλ. επίσης Γιώρ-
γος
Β
ελουδής
,
Διονύσιος Σολωμός. Ρομαντική ποίηση και ποιητική. Οι γερμανικές
πηγές
, Γνώση, Αθήνα 1989, σ. 221: «Στ’ “αρνητικά” τεκμήρια της πρόσληψης των δύο
κορυφαίων γερμανών [Goethe και Schiller] (και του Klopstock) από το Σολωμό θα
συγκαταλέξω το γεγονός ότι απουσιάζουν γενικά τα θέματα με καθαρά κλασικά-κλα-
σικιστικά μοτίβα, ενώ στην πρόσληψη του δραματικού έργου τους παρουσιάζεται μια
πολύ αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ τους: ο Σολωμός φαίνεται ν’ “αγνοεί” το σύνολο
σχεδόν του θεάτρου του Goethe (μ’ αυτονόητη εξαίρεση το
Faust
κ’ ελάχιστα θραύ-
σματα από τον έτσι κι’ αλλιώς αποσπασματικό
Προμηθέα
του), ενώ γνωρίζει οπωσδή-
ποτε –και μελετά– τουλάχιστον τη
Νύφη της Μεσσήνης
(
Die Braut von Messina
)
και το
Γουλιέλμο Τέλλο
(
Willhelm Tell
) του Schiller. […]».
8. Βλ. Μαρία
Π
αραλίδου
, «Πρόσληψη της νέας τέχνης – Η κλασικοροµαντική
αντινοµία στο καταληκτικό κεφάλαιο της φιλοσοφικής πραγµατείας
Δοκίµιον Καλ-
λιλογίας ήτοι Στοιχεία Αισθητικής
(Ζάκυνθος, 1856) του Κωνσταντίνου Στρατούλη»
στον τόμο
Πρακτικά Ε΄ Eυρωπαϊκού Συνεδρίου Νεοελληνικών Σπουδών (Θεσσαλο-
νίκη 2-5.10.2014), Συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις στον ελληνικό κόσμο (1204-2014):
οικονομία, κοινωνία, ιστορία, λογοτεχνία
,
επιμ. Κωνσταντίνος Α. Δημάδης, 5 τόμοι, τ.
Β΄, Ευρωπαϊκή Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών, Αθήνα 2015, σ. 547-561: 548.