Previous Page  326 / 482 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 326 / 482 Next Page
Page Background

Η Βαϊμάρη στην Αθήνα

325

η αναγωγή στην αρχαιότητα αναφέρεται σχεδόν αποκλειστικά στην ελληνική

αρχαιότητα· αυτή είναι μια σημαντική ειδοποιός διαφορά του γερμανικού σε

σχέση με τις εκφάνσεις του Κλασικισμού στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Ο Κλασικισμός της Βαϊμάρης αποτελεί μία από τις πλέον ενδιαφέρου-

σες περιόδους της γερμανικής λογοτεχνίας, αφού μέσα σε σύντομο χρονικό

διάστημα διατυπώθηκαν αισθητικές θέσεις και αρχές που μετέβαλαν ριζικά

την αντίληψη για τη λογοτεχνία και εμπλούτισαν τη γερμανική γραμματεία

με σημαντικά κείμενα, τόσο φιλοσοφικά και αισθητικά όσο και λογοτεχνικά.

Βέβαια, όταν στη Γερμανία ο Goethe και o Schiller ανατρέχουν στην ελληνική

αρχαιότητα, στην υπόλοιπη Ευρώπη η εποχή του Κλασικισμού, η αναγωγή

στο πρότυπο της ελληνικής αρχαιότητας, έχει προ πολλού παρέλθει. Βρισκό-

μαστε στην εποχή του Ρομαντισμού. Εδώ πρέπει να αναζητηθεί ένας από τους

λόγους που στην Ευρώπη οι δύο συγγραφείς θεωρήθηκαν κυρίως ρομαντικοί,

6

γεγονός που οδήγησε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα σε συγκεκριμένες επι-

λογές προς μετάφραση από το σύνολο του έργου τους, επιλογές κατά προτί-

μηση από το νεανικό τους έργο, της εποχής της ‘Θύελλας και Ορμής’ (

Sturm

und Drang

). Αυτό ισχύει και για την ελληνική πρόσληψη κατά τον 19ο αιώνα,

κατά την οποία τα διαφορετικά λογοτεχνικά ρεύματα της γερμανικής λογοτε-

χνίας του ύστερου 18ου και των απαρχών του 19ου αιώνα (Θύελλα και Ορμή,

Nachahmung der griechischen Werke in der Malerey und Bildhauerkunst

[1755].

Βλ. Ι. Ι.

Β

ινκελμαν

,

Σκέψεις για την μίμηση των ελληνικών έργων στη ζωγραφική και

τη γλυπτική

,

μτφρ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Ίνδικτος, Αθήνα 1996· Johann Joachim

W

inckelmann

,

Geschichte der Kunst des Altertums

, Walther, Δρέσδη 1764·

Β

ινκελ

-

μαν

,

Ιστορία της αρχαίας τέχνης

, μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, Gutenberg, Αθήνα 2010.

6. Στην εκτενή μονογραφία του για τον γερμανικό Κλασικισμό ο Dieter Bor-

chmeyer θέτει στον τίτλο του πρώτου κεφαλαίου το εμφατικό ερώτημα: «Υπάρχουν

“γερμανοί κλασικοί”;». Είναι το ερώτημα που είχε θέσει ο Friedrich Nietzsche στο

έργο του

Menschliches, Allzumenschliches

(

Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο

), απη-

χώντας την άποψη της γαλλικής διανόησης του 19ου αιώνα επί του θέματος. Βλ.

Dieter

B

orchmeyer

,

Weimarer Klassik. Porträt einer Epoche

, Beltz – Athenäum,

Weinheim 1998, σ. 13. Η γαλλική αντίληψη περί Κλασικισμού είναι κυρίαρχη στην

Ευρώπη του 19ου αιώνα, αλλά και αργότερα, ενώ μέχρι τις μέρες μας η ευρωπαϊκή

ιστοριογραφία της λογοτεχνίας δεν αναφέρεται σε μια ξεχωριστή εποχή του γερμανι-

κού Kλασικισμού. Ο περιορισμός του όρου σε δύο εκπροσώπους και σε έναν χώρο,

στο κρατίδιο της Βαϊμάρης, δεν συνάδει με την εμβέλεια και την αντιπροσωπευτικό-

τητα που οφείλει να χαρακτηρίζει την κλασική εποχή μιας εθνικής λογοτεχνίας. Στον

αγγλόφωνο χώρο, όπου τα έργα τους άσκησαν πολύ μεγαλύτερη επιρροή από ό,τι το

έργο των εκπροσώπων της γερμανικής ρομαντικής σχολής, ο Goethe και ο Schiller

είθισται να κατατάσσονται στους ρομαντικούς ποιητές. Βλ.

το ίδιο

, σ. 15.