Previous Page  86 / 198 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 86 / 198 Next Page
Page Background

Ο ελληνικός περιοδικός τύπος του 19

ου

αιώνα

85

η μόνη λύση θα ήταν η υποσημείωση. Ο μεταφραστής, λόγω

της φύσης της αναφοράς που παραπέμπει σε μία συγκεκριμέ-

νη σκηνή, θα δυσκολευόταν ιδιαίτερα να βρει ένα ισοδύναμο

στοιχείο είτε στη μέχρι τότε ελληνική λογοτεχνία είτε σε ξένο

κείμενο ιδιαίτερα όμως γνωστό στο ελληνικό κοινό.

Ας εξετάσουμε τώρα μία απαλοιφή μεγαλύτερης έκτασης

που, επίσης, συνδέεται με τη διακειμενικότητα που διατρέχει

το κείμενο αναφορικά με την λογοτεχνία του libertinage. Ο

αφηγητής, περιγράφοντας την κατοικία της μαρκησίας αναφέ-

ρει ότι το μέγαρό της, που ήταν δημιούργημα του λιμπερτίνου

πεθερού της, παραπέμπει περισσότερο σε οίκο ανοχής παρά

στη συντηρητική ζωή μιας μαρκησίας της οποίας ο σύζυγος

απουσιάζει.

9

Αυτό το απόσπασμα απουσιάζει από το μετά-

φρασμα. Ο μεταφραστής ήταν εδώ αντιμέτωπος με δύο φρά-

σεις η αναφορική σημασία των οποίων ανήκει στο σημασιολο-

γικό πεδίο της σεξουαλικής δραστηριότητας: «grand seigneur

un peu libertin» και «maison à parties». Προφανώς, αποδυνα-

μώνεται η ατμόσφαιρα της ερωτικής ελευθεριότητας που επι-

κρατούσε στο μέγαρο της μαρκησίας. Ωστόσο σε μία αναλυτι-

κότερη προσέγγιση θα ήταν ενδιαφέρον να εντοπιστεί ο τρόπος

με τον οποίο ο έλληνας μεταφραστής δημιουργεί το δικό του

πλέγμα συνδηλώσεων της συγκεκριμένης ατμόσφαιρας.

Στην επόμενη περίπτωση που θα εξετάσουμε ο μεταφρα-

στής δεν απαλείφει αλλά καταφεύγει στη λύση του υπερώνυ-

μου και της κυριολεξίας. Συγκεκριμένα, στο απόσπασμα που

ακολουθεί ο μεταφραστής έχει να αντιμετωπίσει δύο πολιτι-

σμικούς ενδείκτες: τη φράση «un petit maître de la Régence»

καθώς και τη φράση «talon rouge»:

οικείου και ξένου μέσα στο χρόνο αναφορικά με την μετάφραση του ίδιου

κειμένου στην ίδια γλώσσα.

9. «C’était la dernière folie du défunt beau-père, grand seigneur un

peu libertin, et la maison, à vrai dire, se ressentait des goûts de son ancien

maître : elle ressemblait plutôt à ce qu’on appelait jadis une maison à par-

ties qu’à la retraite d’une jeune femme condamnée au repos par l’absence

de l’époux». (

Nouvelles

, σ. 83).