Previous Page  99 / 562 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 99 / 562 Next Page
Page Background

ΑΛεξανδροσ Κατσιγιαννησ

98

κοινός τόπος για τους εκφραστές του ρομαντικού κριτικού λόγου, οι οποίοι

στον προχωρημένο 19ο αιώνα αντιπαραθέτουν αξιακά και ιδεολογικά τον ελλη-

νικό Μεσαίωνα προς τον δυτικό. Ο ιστοριοδίφης του ελληνικού Μεσαίωνα

Κωνσταντίνος Σάθας, το 1867, δίνει τη χαριστική βολή στους «τεμπέληδες»

και «παρασιτικούς» τροβαδούρους:

Εν τη αυλή των Φράγκων εκείνων ηγεμόνων πρωτεύουσα τάξις παρασίτων ήτο

η των Τροβαδούρων. Τους οκνηρούς τούτους Φράγκους εμιμήθησαν και οκνη-

ροί Έλληνες· όταν δε η μεγάλη του Ελληνισμού απορροφητική δύναμις ήρξατο

θαυμασίως επιδρώσα επί των κατακτητών, οι Έλληνες τροβαδούροι μεταφρά-

σαντες έψαλλον ελληνιστί τ’ αρέσκοντα εις τους γενναιοδώρους ιππότας στι-

χουργήματα. Άμα όμως η εθνική λαίλαψ εσάρωσεν από της Ελλάδος παν το

ξενικόν, μετά των ιπποτών έγιναν άφαντοι και οι Έλληνες τροβαδούροι· και

επειδή δύσπεπτον είνε εις τον ελληνικόν στόμαχον παν το οθνείον, ουδέ στίχος

ιπποτικού άσματος διεσώθη εις το στόμα του λαού.

33

Σύμφωνα με τη θεώρησή του για το ελληνικό λογοτεχνικό παρελθόν,

34

ο

Σάθας αποζητούσε τις απαρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας σε ένα μετα-αρ-

χαιοελληνικό παγανιστικό περιβάλλον, που ευθυγραμμιζόταν, αναχρονιστικά,

με τις αναζητήσεις της ελληνικής ρομαντικής ιστοριογραφίας του 19ου αιώνα

για τις πηγές της δημώδους και της λαϊκής παράδοσης. Σε αυτό το πλαίσιο

και με διάθεση ιστορικοποίησης, η ρομαντική θεώρηση για τον ελληνικό έρωτα

δεν μπορεί να ανεχθεί την «ηδονική βάσανο», όπως την αποκαλεί ο Denis de

Rougemont,

35

των μεσαιωνικών μυθιστοριών και των τροβαδούρων, η οποία

αποτελούσε την πλέον υλικοποιημένη αποτύπωση του ιδεαλιστικού έρωτα και

ταυτόχρονα προωθούσε και κανόνιζε την αφήγηση αλλά και τη φιλοσοφία των

λογοτεχνικών έργων.

Κλείνοντας, οι ερμηνευτικές κατευθύνσεις που ακολούθησε η ελληνική

ρομαντική κριτική αναφορικά με την έννοια του έρωτα στην παλαιότερη νεο-

ελληνική ποίηση ποδηγετούνται από ένα αίσθημα διαφοροποίησης και απο-

μονωτισμού. Το ελληνικό ερωτικό στοιχείο είναι αυτοφυές, μια δύναμη μετα-

33. Κ. Ν.

Σ

άθας

,

Ελληνικά Ανέκδοτα

, τ. Α΄, Τύποις του Φωτός, Αθήνησι 1867, σ.

οστ΄-οζ΄.

34. Η θεώρηση αυτή αποτυπώνεται καθαρότερα στη μακροσκελή μελέτη του

« Έλληνες στρατιώται εν τη Δύση και αναγέννησις της ελληνικής τακτικής», που

εκδόθηκε σε 16 συνέχειες στην

Εστία

του 1885. Βλ. ιδ.

Εστία

ΙΘ΄/492 (2.6.1885),

σ. 371-376

.

35. Ντενί

ντε

Ρ

ουζμόν

,

Ο Έρως και η Δύση

, μτφρ. Μπάμπης Λυκούδης, Ίνδι-

κτος, Αθήνα 2002, σ. 43.