Previous Page  405 / 562 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 405 / 562 Next Page
Page Background

ΗΡΩ ΚΑΤΣΙΩΤΗ

404

τέταρτης πράξης των

Μυλωνάδων

: τον λόγο που εκφωνεί ο μπαρμπα-Γιώργης,

ως προεστώς της κοινότητας, στον κόντε Τσαντσαμίνη, την αποκάλυψη της

πραγματικής ταυτότητας του Γερόλυμου/κόντε Μπουγαρίνη και την επισημο-

ποίηση των ερώτων των τριών ζευγαριών.

Ο τόπος που εκτυλίσσεται η δράση στις τέσσερις πράξεις είναι η πλατεία

του χωριού. Στη δεύτερη πράξη αλλάζει δυο φορές και παρουσιάζεται το ισό-

γειο του σπιτιού της Πούλειας (σκ. ια΄) κι αμέσως κατόπιν το δωμάτιο του

πρώτου ορόφου (σκ. ιβ΄). Η πέμπτη πράξη διεξάγεται αρχικά στη μεγάλη

αίθουσα της έπαυλης του κόντε Τσαντσαμίνη και στην όγδοη, προτελευταία

σκηνή, η δράση μεταφέρεται στον κήπο.

Μετρώντας σε σελίδες, η πρώτη κι η τρίτη πράξη έχουν σχεδόν την ίδια

έκταση (19 και 18). Η δεύτερη είναι η μεγαλύτερη (25) κι ακολουθεί σε έκταση

η πέμπτη (22). Η μικρότερη απ’ όλες είναι η τέταρτη (14), αλλά η συντομία

δεν επηρεάζει την αυτοτέλειά της.

Οι σκηνές αλλάζουν εδώ όχι μόνο με κάθε είσοδο, όπως στους

Μυλωνάδες

,

αλλά και με κάθε έξοδο προσώπου και είναι 18 στην πρώτη πράξη, 16 στη

δεύτερη, 22 στην τρίτη, 16 στην τέταρτη και 9 στην πέμπτη. Ο αριθμός των

σκηνών φανερώνει τη γοργότητα της δράσης. Ο ρυθμός επιβραδύνεται αισθη-

τά στην τελευταία πράξη, που μπορεί να πάρει τίτλο «Τ’ αρρεβωνιάσματα»,

και που κύριο δομικό της στοιχείο είναι η μεγάλη ένατη σκηνή, το

κλου

, με

τους τρεις αρραβώνες.

Η κωμωδία περιέχει πέντε άσματα: με το πρώτο –δημοτικό– της κυρα-Στα-

μάτας, ανοίγει η αυλαία. Το δεύτερο (πρ. 3η, σκ. η΄), είναι καντάδα στην Παρα-

σκευή, που την κάνει ο Στάθης με τον φίλο του Θανάση Ξηραγγιανό και δυο

άλλους. Το τρίτο (πρ. 4η, σκ. ιγ΄), το τραγουδά ο κυρ-Θωμάς με τη φλογέρα

του. Τα δυο επόμενα είναι στην πέμπτη πράξη: το ένα (σκ. η΄), το τραγουδούν

εναλλάξ γυναίκες κι άντρες χωρικοί και χορεύουν έναν ελληνικό χορό σε δυο

κύκλους, και το άλλο (σκ. θ΄), μια καντσονέτα, την τραγουδά ο Ταμπουρ-

λονιάκαρας, ενώ οι καλεσμένοι σε ζευγάρια χορεύουν έναν «ευρωπαΐζοντα»

ζακυνθινό χορό, όπως λέει ο συγγραφέας. Συστήνει κιόλας να εκτελούνται κι

οι δυο χοροί «υπό ηλεκτρικόν φως».

Ας σημειώσουμε εδώ ότι ηλεκτροφωτισμό είχε εισαγάγει εκείνον τον καιρό

ο Ταβουλάρης, στην πρώτη πράξη και στη σκηνή του νεκροταφείου του

Άμλετ

(Αθήνα, θέατρο Ομόνοια, 27 Σεπτεμβρίου 1888) κι ότι μόλις τον Δεκέμβριο

του 1888 ηλεκτροφωτίστηκε πλήρως, από γεννήτρια βέβαια, το θέατρο του

Συγγρού. Με την οδηγία του αυτή, ο Καλύβας προσδίδει μια κάποια αισθητική

λειτουργία στον φωτισμό, την εποχή που το ηλεκτρικό φως χρησίμευε μόνο

για να εξασφαλίζει καλύτερη ποιότητα στη θέαση.