Ιόνια νησιά στη στροφή του 18ου προς τον 19ο αιώνα
247
λώσεις σημείωναν πως το φως του νέου χρόνου στον τόπο τους είχε πλέον τη
δύναμη να αποτινάξει από τους κατοίκους «τήν μωρίαν καί τήν δειλίαν τους
γιά τήν κοινήν ὠφέλειαν τῆς πατρίδας καί τοῦ τόπου τους».
24
Το επαναστατημένο μέρος των νησιωτικών πληθυσμών δήλωνε με ποι-
κίλους τρόπους ότι βρισκόταν σε νέο χρόνο και με άλλο τοπίο αναφοράς,
με διαφορετική αντίληψη ζωής και κοινωνικής δράσης. Ο «παλαιός», κατ’
αυτούς, χρόνος είχε φθάσει σε σημείο μηδέν, διατηρούμενος στη συνείδησή
τους ως «απολίθωμα» με τις πιο κακές αναμνήσεις, στοχοποιώντας ιδεολογίες
και πρόσωπα με προνομιακή μεταχείριση, που προέρχονταν, όπως δημόσια
δηλωνόταν, από ένα «τάγμα διοριστώς αρχόντων». Με δηλώσεις αυτοσυνει-
δησίας και αυτοπροσδιορισμού βαλλόταν από ένα πλειοψηφικό ρεύμα του
πληθυσμού ο «μακρός χρόνος της τύφλωσης και της αμάθειας» και προ-
βάλλονταν έννοιες όπως ισότητα, ελευθερία, συλλογική και ατομική πρόοδος,
απονομή δικαιοσύνης, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας με ίσες ευκαιρίες σε όλους,
δεδομένα της «κοινωνίας» που οι αντιδρώντες αυτοί «πολίτες» αναγνώριζαν
και έθεταν ως προαπαιτούμενα για να παραμερισθούν οι κοινωνικές, πολιτικές
και οικονομικές διαφορές και διακρίσεις.
25
Κατά τη νέα αυτή εποχή, όπως δηλωνόταν, έπρεπε να επιδιωχθεί από τους
«λαούς των νησιών» να αρχίσουν να συγκροτούνται τα θεμέλιά της. Αυτό θα
μπορούσε να υλοποιηθεί αν εξαλείφονταν, με κοινωνικού και πολιτικού χαρα-
τας ανέκδοτων νοταριακών πράξεων)» στο
Ζητήματα επτανησιακής κοινωνικής ιστο-
ρίας
, σ. 365-386.
24. IAK, Επαναστατικά έγγραφα περιόδου Δημοκρατικών Γάλλων και Ρωσοτουρ-
κικής Προστασίας, ό.π.
25. Το ίδιο, Διοικητικές πράξεις και αποφάσεις συνεδριάσεων των μελών των Κρι-
τηρίων, ό.π.· το ίδιο, Libro diversorum ed altri […], από 4 Ιουλίου 1801. Βλ. το ίδιο,
Filza di scrittura ed altri, φάκ. αρ. 11, 6 Μαρτίου 1799. Παραθέτω ενδεικτικά σχετικό
απόσπασμα από νοταριακή πράξη υπογραφόμενη από προεστούς, κριτές, εφημερί-
ους και άλλους δημογέροντες Κυθήριους: «[…] ἄς πασχίσωμεν νά εὔγωμεν ἀπό τό
σκότος τῆς ἀμαθείας καί βαρβαρότητας ὁποῦ μᾶς κρατεῖ τυφλούς κατά τούς νοητούς
ὀφθαλμούς, καί μέ κάθε προθυμίαν, μέ ὅλην τήν ἐνέργειαν, ἄς ἐπιμεληθοῦμεν νά δώ-
σωμεν τῆς πατρίδος μας τήν πλέον δυνατήν εὐτυχίαν […]. Διατί νά μήν ἀποτινάξωμεν
καί νά διώξωμεν τήν μωρίαν καί τήν δειλίαν ἀπό λόγου μας πρός κοινήν ὠφέλειαν;
[…] Ἡμεῖς κοινῶς ὅλοι δέν ὑποφέρομεν νά βλέπομεν τόν ἑαυτό μας ἀποδιωγμένον
καί ἀποξενωμένον ἀπό αὐτά (ὁποῦ ἐγγίζουν καί ἀπαρθενεύουν ἐξίσου σέ ὅλους) καί
νά κυριεύουν καί νά ἐξουσιάζουν μόνο οἱ πρώην εὐγενεῖς καί ἡμᾶς τούς χωρικούς νά
μήν μᾶς ψηφοῦν τό οὐδέν, ἀλλά νά μᾶς στοχάζονται ὡσάν νά μήν εἴμασταν καί ἡμεῖς
συμπατριῶται […]. Διά τοῦτο ὅλοι κοινῶς μέ μιάν βουλήν καί γνώμην θέλωμεν καί
ἀποφασίζωμεν […]». Βλ. ΝΕΙΑΚ, ό.π.