ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
23
με ότι η Αρχαιότητα αποτέλεσε αντικείμενο εθνικών κατασκευών, κυρίως τον
19ο αιώνα, αλλά και ότι τόσο η Ρώμη όσο και η αρχαία Ελλάδα είχαν υποστεί
ευρύτατες επιμειξίες, όπως και ότι οι αρχαίες πόλεις στις ανατολικές ακτές
του Αιγαίου ήταν τόσο κοσμοπολίτικες όσο και η Σμύρνη των αρχών του 20ού
αιώνα, ενώ και η αρχαία Περσία περιλάμβανε σημαντικές ελληνικές αποικίες.
Γιατί η ελληνική ιστορία, στη μακρά διάρκεια, αποτελεί ένα ιδιαίτερα πρό-
σφορο πεδίο για την έρευνα των πολιτισμικών μεταφορών; Η αρχαιολογία και
ακόμη περισσότερο η φιλολογία τείνουν στις μέρες μας να αμφισβητήσουν την
ιδέα μιας εθνικής ομοιογένειας κατά την αρχαιότητα, ιδέα που είχε τροφο-
δοτήσει πρότυπα πάνω στα οποία θεμελιώθηκε ο ευρωπαϊκός ουμανισμός, η
ρητορική και η λογοτεχνική παράδοση των διαφορετικών χωρών που τον συν-
θέτουν. Η ιδέα της εθνικής ταυτότητας έχει ήδη εγγραφεί στην αναπαράσταση
μιας ελληνο-λατινικής αρχαιότητας, απομονωμένης από κάθε στενή σχέση με
το περιβάλλον της. Το διακύβευμα είναι συνεπώς σημαντικό, αλλά αν η Ελ-
λάδα αποτελεί ένα βασικό αντικείμενο μελέτης για τις μεταφορές, αυτό ισχύει
ακόμα περισσότερο για την περίοδο που προηγείται και ακολουθεί την απελευ-
θέρωσή της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Εκτός από τη θεμελιώδη θέση
που κατείχε κατά τον 18ο αιώνα για την ενδυνάμωση της εθνικής ταυτότητας,
η αντιμετώπιση της Αρχαιότητας είναι ένα ζήτημα που απασχολεί σταθερά και
με διάφορους τρόπους τον 19ο αιώνα. Γνωρίζουμε ότι η γλωσσική και εθνική
πραγματικότητα του χώρου που συγκροτούσε το πρώτο ελληνικό κράτος ήταν
σύνθετη από την αρχή και περιλάμβανε μια έντονη παρουσία πληθυσμών με
γλώσσα τη σλαβική, την αλβανική ή την τουρκική. Από την πλευρά της, η
Τουρκία, που είχε κατά μία έννοια πολιτογραφήσει τα περσικά του Μπαλκ,
τον ποιητή Ρουμί από το Ικόνιο, όπως και πολύ αργότερα τον Έλληνα Σινάν,
κάθε άλλο παρά συνιστούσε ένα ομοιογενές εθνικό σύνολο. Η νέα ελληνόφω-
νη Ελλάδα είναι συνεπώς το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας ποικίλων
οσμώσεων. Η Βαυαρία του Όθωνα, με τους φιλολόγους, τους αρχιτέκτονες
και τους παιδαγωγούς της, δεν είναι παρά η αποκρυστάλλωση ενός ευρύτερου
ευρωπαϊκού κινήματος που, σε συνάρτηση με τις βαθιές προσδοκίες του προ-
γενέστερου Διαφωτισμού, είχε στόχο να προβάλει την ελληνική κληρονομιά
για τη διαμόρφωση μιας εθνικής ταυτότητας, στην οποία ουσιαστικό ρόλο
έπαιζε η ελληνο-χριστιανική της διάσταση. Η αποδοκιμασία ενός Φαλμεράυερ
είναι μια κλασική περίπτωση. Αυτό όμως που είναι πιο χαρακτηριστικό, είναι
ο τρόπος με τον οποίο οι ίδιοι οι Έλληνες χειρίστηκαν πρότυπα σχετικά με
την εθνική τους ταυτότητα, τα οποία ως επί το πλείστον είναι αποδεκτά, αλλά
συχνά αποτελούν και απόπειρες χειραφέτησης. Διότι εάν οι φιλόλογοι, κυρίως
οι Γερμανοί, αντλούν το δικαίωμα να προβάλουν στη σύγχρονη Ελλάδα την