Previous Page  438 / 562 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 438 / 562 Next Page
Page Background

Ένα ιδιαζόντως ανατρεπτικό έργο του 19ου αιώνα

437

θρίαμβο του χριστιανισμού και την έλευση του σκοταδισμού, αλλά προφητεύει

και τη μελλοντική ανάσταση της Ελλάδας εν ονόματι της ελευθερίας.

Σημασία έχει η σύνθεση των χαρακτήρων. Οι χριστιανοί εμφανίζονται στην

πλειονότητά τους κάθε άλλο παρά τέτοιοι: Είναι φανατισμένοι με τις φατρίες

τους, ενώ οι βασικές χριστιανικές αρετές τούς είναι άγνωστες. Ο Κωνστάντιος

και οι χριστιανοί αξιωματούχοι του είναι εξουσιομανείς, αδίστακτοι και στυγνοί

δολοφόνοι των αντιπάλων. Αντίθετα ο Ιουλιανός, εκτός από εξαίρετος στρατη-

γός και κυβερνήτης, ενάρετος και μεγαλόψυχος προς τους εχθρούς του –αυτή

η ανωτερότητα του στοιχίζει τη ζωή–, στην ουσία

αυτός

είναι χριστιανός,

παραπλανημένος από την ισχυρή διάνοιά του που έλκεται από την αρχαία

ελληνική φιλοσοφία και τέχνη και περιφρονεί τον φανατισμό και τη στενότητα

πνεύματος, χαρακτηριστικά των νεοφώτιστων χριστιανών. Επιπλέον, παρότι

είναι ωραίος και μοιραίος (οι γυναίκες όταν τον βλέπουν «

όλαι δαιμονίζονται

»,

σ. 47), είναι πιστός και στοργικός εραστής, που κι αυτό του κοστίζει ακριβά.

Οι εταίροι του είναι εξίσου θετικές προσωπικότητες. Ο Μαϊούμας και οι μονό-

λογοί του είναι εμπνευσμένοι από τον

Ριχάρδο Γ΄

του Σαίξπηρ, αποκαλύπτο-

ντας έναν παρόμοιο χαρακτήρα που έχει στραφεί στο κακό για να επικρατή-

σει, τρέφοντας μίσος ενάντια στην ανθρωπότητα λόγω της προσωπικής μειο-

νεξίας του: δεν είναι χωλός ή κυφός, είναι όμως ευνούχος. Γνωρίζει καλά το

σύμπλεγμά του και ιδίως απέναντι στον Ιουλιανό, εναντίον του οποίου βυσσο-

δομεί με επιτυχία (σ. 99-102). Ο Ιουλιανός είναι νευρωτικός και σκοτεινός, ως

ρομαντικός ήρωας («

Είμαι αφάτως δυστυχής

» [σ. 131] είναι η πρώτη φράση

του όταν εμφανίζεται), και αναρωτιέται ποια ηθική νόσος και ποια αιτία έχει

αφανίσει την ψυχή του. Πιστεύει πως η κατώτερη ευφυΐα και η αμάθεια ευνο-

ούν την ευτυχία, ενώ ο δικός του νους, λίγο ανώτερος του κοινού, του δημιούρ-

γησε ανεκπλήρωτες απαιτήσεις από τη ζωή (σ. 135). Από παιδί ήταν ευαίσθη-

τος και συμπονετικός, αλλά η σφαγή των δικών του στην παιδική του ηλικία

τού δημιούργησε αυτή την απαισιόδοξη διάθεση και την αδιάκοπη θέαση του

θανάτου. Πάντως τώρα που αγαπάει την Έλλη κάποια ελπίδα γεννήθηκε μέσα

στην ψυχή του (σ. 142). Η αυτοανάλυση με σαιξπηρικό τρόπο, αν ήταν και

κάπως πιο συμπυκνωμένη, θα μπορούσε να θεωρηθεί επιτυχημένη. Στους

μακρούς μονολόγους του επεκτείνεται: Θεωρεί παιδαριώδη την εβραϊκή-χρι-

στιανική ερμηνεία του κόσμου (οι φιλοσοφικές επιθανάτιες συζητήσεις του

τέλους δεν είναι λιγότερο, αλλά ήταν οι αντιλήψεις της εποχής), κατάλληλη για

πνεύματα απλοϊκά, αυτό όμως που βρίσκει απαράδεκτο είναι οι «φρικώδεις

διωγμοί» και οι αιματοχυσίες των εθνικών ή των λεγόμενων αιρετικών και οι

αδιάκοποι αφορισμοί των αλλεπάλληλων Συνόδων. Θεωρεί ότι η χριστιανική

μυθολογία είναι ευεργετική για τον κοινό άνθρωπο, ο Γαλιλαίος είχε αξιέπαινη