Αναζητώντας την εθνική ταυτότητα στα χνάρια μιας νεράιδας
359
Η λαϊκή παράδοση και τα παραμυθιακά μοτίβα, που παρουσιάζουν μια
νεράιδα να χάνει το μαντίλι της, το πέπλο, το μαγνάδι της και να ακολουθεί,
ακούσια τις περισσότερες φορές, τον θνητό που της το έχει αποσπάσει, οι δια-
φορετικές τύχες που την περιμένουν, σε ένα πλήθος παραλλαγών, αποτελούν
τον καμβά των τριών έργων του νεοελληνικού δραματολογίου που εξετάζουμε.
4
Με χρονολογική τάξη μας απασχολούν:
Η νεράιδα του Κάστρου
του Δημητρί-
ου Καμπούρογλου,
Η
[sic]
νεράιδες
του Σπυρίδωνα Περεσιάδη και
Η νεράιδα
του Ψυχάρη. Μπορούμε να μιλάμε για τρία εγχώρια «παραμυθοδράματα».
5
Τα συγκεκριμένα έργα του Καμπούρογλου και του Περεσιάδη βλέπουν τα
φώτα της σκηνής στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, το πρώτο το 1894
και το δεύτερο το 1899.
6
Το ψυχαρικό δράμα –«εθνικό παραμύθι σε τρεις
στρου
,
δράμα εις πράξεις τέσσερις (Η σκηνή εις τας Αθήνας κατά τα έτη 1801-1803),
Εκδοτικός Οίκος Δ. & Π. Δημητράκου, Αθήνα χ.χ. [1925;], σ. 59. Βλ. και σ. 28 του
προλόγου.
4. Νικόλαος Π
ολιτης
, «Νεράιδες» στο
Μελέται περί του βίου και της γλώσσης
του ελληνικού λαού. Παραδόσεις
,
τ. Α΄, φωτοτυπική ανατύπωση της πρώτης έκδοσης
(1904), Εργάνη, Αθήνα 1965, σ. 387-490·
Π
ολιτης
,
Τα ονόματα των νεραϊδών και των
ανασκελάδων
, Εθνικό Τυπογραφείο, Αθήνα 1918. Μια πρώτη ιχνηλάτηση του τοπίου
επιχειρώ σε δύο προγενέστερες εργασίες μου: Κωνσταντίνα Ρ
ιτσατου
,
«Η απαγωγή
της Καρυάτιδας από τον Έλγιν και η μεταμόρφωσή της στη δραματουργία της Μπελ
Επόκ»,
Παράβασις
12 (2013), Επιστημονικό Δελτίο Τμήματος Θεατρικών Σπου-
δών, ΕΚΠΑ, σ. 99-119, όπου και η σχετική βιβλιογραφία·
Ρ
ιτσατου
, «
Το μαντήλι της
Νεράιδας
και οι θεατροπαιδαγωγικές του διαστάσεις στην εμψύχωση των ομάδων»,
Σκηνή
5 (2013), Περιοδικό του Τμήματος Θεάτρου, ΑΠΘ, σ. 116-124.
5. Όσο απουσιάζει μια μελέτη με θέμα τον προσδιορισμό των ιδιαίτερων χαρακτη-
ριστικών του είδους και τις ευρωπαϊκές του συνδηλώσεις, μια εργασία που θα εξετάζει
τις σχέσεις των εγχώριων δραμάτων με το ευρωπαϊκό τοπίο, αλλά και με τα διαφορε-
τικά εγχώρια είδη που καλλιεργούνται την ίδια εποχή, η χρήση του όρου φοβάμαι ότι
περισσότερο περιπλέκει παρά ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Μια πρώτη προσέγγιση βλ.
Π
ετρακου
, «Το παραμυθόδραμα στο νεοελληνικό θέατρο: από την εμφάνισή του έως
τις σύγχρονες εκδοχές του»,
Παράβασις
11 (2013), σ. 169-186.
6. Για τα πολλά δημοσιεύματα γύρω από τις παραστάσεις του έργου του Καμπού-
ρογλου το καλοκαίρι του 1894 βλ.
Ρ
ιτσατου
, «Η απαγωγή της Καρυάτιδας από τον
Έλγιν», σ. 99-119. Την προετοιμασία των υπερβολικά δαπανηρών σκηνικών του έργου
του Περεσιάδη περιγράφει με υπονομευτική διάθεση η
Εστία
,
23.8.1899, ενώ στις
28.8.1899 σχολιάζεται η παράσταση: «Χθες το βράδυ παρεστάθη διά πρώτη φοράν εις
το θέατρον της Ομονοίας νέον έργον του κ. Περεσιάδου,
η Νεράιδες
. Το έργον αυτό
είνε δράμα, διότι έχει μιαν απόπειραν φόνου […]. Είναι κωμωδία διότι ο Πάρεδρος
λέγει τόσα αστεία. Είνε οπερέτα, διότι έχει τραγούδια. Είνε φαντασμαγορία, διότι η
Νεράιδες παίζουν τον μεγαλύτερον ρόλο εις αυτό. Είνε επί τέλους έργον του κ. Περε-
σιάδου. Ελησμονήσαμεν να γράψωμεν ότι είναι και συμβολικόν έργον, ως τουλάχιστον