Αριστέα Κομνηνέλλη
96
μεταφρασεολόγο ως προς τον ελληνικό 19
ο
αιώνα. Η γλώσσα
πολλές φορές προκαλεί αμηχανία και αυτή την αμηχανία δεν
την απαλείφει μία έρευνα στο λεξικό ή η αυτόματη αναγνώρι-
ση των συντακτικών δομών της καθαρεύουσας μετά από πολ-
λές αναγνώσεις κειμένων της περιόδου. Το πρόβλημα είναι ότι
οι λέξεις σχεδόν όλες είναι γνωστές αλλά έχουμε, όχι σπάνια,
την αίσθηση ότι πρόκειται για λάθος επιλογή από τον παρα-
δειγματικό άξονα με λέξεις συγγενικής σημασίας.
23
Η παιδεία
των μεταφραστών, τα μεταφράσματα των οποίων εξετάσαμε,
μας κάνει να αμφιβάλουμε ότι πρόκειται για μεταφραστικές
αστοχίες που πηγάζουν από την ελλιπή γνώση της γαλλικής.
Η ρευστότητα της γλώσσας της εποχής δεν επιτρέπει να αξι-
ολογήσουμε με ασφάλεια την επιλογή. Αναμφίβολα, λοιπόν,
οι μεταφράσεις αποτελούν πηγή μελέτης της διαμόρφωσης
της ελληνικής γλώσσας όπως παρατηρεί και ο Henri Tonnet:
«Είναι προφανές ότι ανάλογες μελέτες “ιστορικής μεταφρα-
σεολογίας” θα συνέβαλλαν σημαντικά στη χαρτογράφηση του
νεοελληνικού λεξιλογίου και θα έφερναν στην επιφάνεια τις
ποικίλες αποδόσεις που επιχειρήθηκαν πριν την οριστική κα-
θιέρωση λέξεων και όρων».
24
Επίσης, αγνοούμε το βιωματικό
βάρος των λέξεων. Έτσι, στο ελληνικό κείμενο διαμεσολαβεί,
σε αρκετά σημεία, το γαλλικό ώστε να ξεπεραστεί η αναγνω-
στική αμηχανία. Το ξένο είναι στην προκειμένη περίπτωση το
οικείο, ενώ για τον ελληνόφωνο ή την ελληνόφωνη μεταφρα-
σεολόγο, το ελληνικό είναι το ανοίκειο.
23. Για το ζήτημα της επιλογής συνωνυμικών όρων, βλ.: Lucia Marche-
selli Loukas, «Θεωρία και πράξη της μετάφρασης στον Δ. Καταρτζή»,
στον τόμο
Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Συνεδρίου, Ελληνική Εταιρεία Γενι-
κής και Συγκριτικής Γραμματολογίας, Ταυτότητα και Ετερότητα στη
Λογοτεχνία, 18
ος
– 20
ος
αι
. Αθήνα, 8-11. 11. 1998, τ. 3,
Μετάφραση και
Διαπολιτισμικές Σχέσεις
, επιμ. Άννα Ταμπάκη Στέση Αθήνη, Δόμος, Αθή-
να, 1998, σσ. 67-80.
24. Henri Tonnet, «A propos d’une ancienne traduction-adaptation
de Louis Sébastien Mercier en grec moderne»,
Σύγκριση
, 9 (1998), σ. 43.